Δευτέρα, Οκτωβρίου 29, 2007

Δεν σου λέω.

- Γιατρέ, βαρέθηκα.
- Να περιμένεις;
- Να υπακούω.
- Πάλι στην κόντρα;
- Γιατί πότε σταμάτησα;
- Τότε που κόντεψες να πεθάνεις. Το ξέχασες;
- Την γλύτωσα δηλαδή;
- Ξέρω γω. Το παλεύεις ακόμα μου φαίνεται.
.
.
- Γιατί θα πρέπει να κάνω ό,τι μου λες δηλαδή; Δεν κατάλαβα.
- Κατ' αρχήν, σπανίως σου λέω τι να κάνεις. Κι ύστερα εσύ συνεχίζεις να έρχεσαι εδώ και να ρωτάς.
- Κι εσύ μου λές; Τόσον καιρό με το τσιγκέλι στα βγάζω.
- Μωρέ σου λέω. Περισσότερα κι από όσα θα έπρεπε, ίσως. Αλλά αν εσύ δεν θέλεις να ακούσεις, δε σου φταίει κανένας.
.
.
- Είναι σκληρό και δύσκολο αυτό που περνάω γιατρέ. Δεν έχω πάντα το κουράγιο να φαίνομαι φυσιολογικός.
- Το θέλεις;
- Ποιό; Το να φαίνομαι φυσιολογικός;
- Όχι. Το να περνάς το σκληρό και το δύσκολο.
- ...
- Δεν απαντάς ε;
Εσύ, ξέρεις, είσαι φτιαγμένος γι αυτά τα δύο. Έχεις μια ιδιότυπη φιλοσοφία για την τέχνη και την έμπνευση και για όσα αξίζουν σ' αυτή τη ζωή.
Πως θα γράψεις μουσική αν δεν πονάς; Αυτό δε ρωτάς κατά βάθος;
- Ναι γιατρέ. Αυτό ρωτάω.
- Δεν θα γράψεις. Άλλά θα είσαι και πάντα πολύ μόνος σου. Αυτή τη διαδικασία ξέρεις, δεν την αντέχουν όλοι τόσο ευχάριστα.
- Πόνος και δημιουργία ή ηρεμία και συγκατάβαση;
- Δεν σου λέω. Εσύ το είπες...

Σάββατο, Οκτωβρίου 27, 2007

Ναι, ξέρω

- Καλώς τον.
- Γιατρέ μην κοροϊδεύεις.
- Τι θα κάνω με σένα;
- Ξέρω γω; Μήπως να με βοηθούσες λιγουλάκι;
- Αν σε βοηθήσω, θα σε χάσω.
- Μα τι είναι αυτά που λες; Δεν πρέπει να με βοηθήσεις;
- Και μετά; εμένα ποιός θα μου κρατάει παρέα; εμένα, ποιός θα με βοηθήσει;
- Χμμμ... αυτό δεν το είχα σκεφτεί ποτέ. Δεν με ένοιαξε ποτέ.
- Από απόψε λοιπόν, ξέρεις κι εσύ πιο πολλά για μένα. Καιρός να αρχίσεις να νοιάζεσαι.
- Ναι, ξέρω...
- Ωραία.
- Που το είδες το ωραία. Αν σε βοηθήσω θα σε χάσω. Καληνύχτα γιατρέ.
- Καλημέρα να λες.

Παρασκευή, Οκτωβρίου 26, 2007

Αλλάζουν οι καιροί

- Καλά ρε παιδάκι μου, εσύ δεν κλείνεις ποτέ μάτι;
- Μόνο τις καλές μέρες γιατρέ. Και πάει πολύς καιρός που έχω να δω μια καλή μέρα.
- Νύχτα είναι τώρα, αλλά φαντάζομαι ότι δεν σε κάλυψα, ε;
- Μελαγχόλησα. Με έπιασε το παράπονο γιατρέ.
- Ξέρω. Την ξαναείδες;
- Ναι. Που το κατάλαβες;
- Τι είπατε αυτή τη φορά;
- Τίποτα. Εγώ την είδα. Αυτή δεν με πρόσεξε. Ήταν με άλλη παρέα.
- Και;
- Όμορφη όπως πάντα. Γλυκιά σαν μαγική νύχτα. Αλλά δεν ήταν αυτό που παρατήρησα. Ήταν η εμφάνισή της. Τα ρούχα, τα παπούτσια, το μακιγιάζ της.
- Δεν την είχες ξαναδεί ποτέ έτσι;
- Την είχα αλλά δεν ήταν ποτέ για μένα. Ήταν πάντα για να πάει κάπου αλλού. Γιορτές, γάμους κλπ. Εγώ πάντα την συνόδευα μέχρι εκεί και απλά την έβλεπα να απομακρύνεται..
- Μήπως όμως δεν αισθάνθηκε ποτέ την ανάγκη να φτιαχτεί και να στολιστεί για σένα; Έτσι που κρυβόσασταν σ' αυτά τα μέρη που μου περιγράφεις, τι στολίδια να βάλει;
- Δεν είναι έτσι. Εγώ δεν ενοιωσα την ανάγκη να κρυφτώ. Κρύβεσαι στους σταθμούς του μετρό και στα πολυκαταστήματα;
- Όχι δεν κρύβεσαι. Αλλά απ΄όσο ξέρω δεν είναι ανάγκη να είσαι και στις ομορφιές σου για να πας εκεί.
- Θα σου πω κάτι σαν όλα τα άλλα τώρα. Κάτι που είπα κάποτε αλλά δεν το τόνισα τόσο ώστε να γίνει αντιληπτό.
Θυμάμαι που κάποια στιγμή ούτε εγώ άντεχα αυτή την προχειρότητα. Αυτή την πρωτόγονη ανάγκη να βρισκόμαστε μόνο για τόσο λίγο και για τόσο λίγα πράγματα. Της πρότεινα λοιπόν κάποιες φορές να παμε μια βόλτα. Έτσι απλά. Όχι ερημιές. Να κάτσουμε κάπου να την κοιτάζω στα μάτια. Να βγάλω το κορίτσι μου μια βόλτα. Το είχα επιθυμήσει τόσο πολύ.
- Τι έγινε;
- Αρνήθηκε. Όχι άμεσα, αλλά με τον τρόπο της. "Που να πάμε δηλαδή; και τι να κάνουμε εκεί; Και τέτοια ώρα δεν είναι για βόλτες". Κάπως έτσι ήταν το νόημα.
- Κι εσύ;
- Εγώ είχα φοβηθεί. Κάποιες στιγμές ήταν σα να με ρωτούσε μήπως την βαρέθηκα. Δηλαδή αν βαρέθηκα να την αγκαλιάζω και προτιμώ τις βόλτες από την ιδιαίτερη συντροφιά της.. Δεν μπόρεσα ποτέ να της πω πόσο μου έλειπε η μορφή της.
Έτσι κι έμεινε. Σα να αρνιόταν να μεγαλώσει μαζί με τη σχέση. Πάντα ελεύθερη στην όψη και σκλαβωμένη στην καρδιά.
- Πες μου κι άλλα.
- Ήταν μια φορά που θα μου μείνει αξέχαστη. Είχε πάει σε έναν γάμο κοντά στη θάλασσα. Είχαμε συμφωνήσει να περάσω να την πάρω. Ήξερα τι θα φορούσε. Ήταν καλοκαίρι. Ήταν σαν θεά με τα καλά της ρούχα, το χτένισμα, τα ολοκαίνουρια παπούτσια. Είχα σκεφτεί λοιπόν ότι πρώτη φορά δεν την αφήνω κάπου, αλλά έχω την ευκαιρία να είμαι μαζί της κι αυτή να είναι έτσι φτιαγμένη. Οπότε είχα βάλει κι εγώ τα καλά μου και της πρότεινα να πάμε κάπου αλλού. Κάπου έξω.
Δεν το περίμενε. Δεν το ήθελε; Δεν ξέρω. Δεν είδα επιδοκιμασία για την πρότασή μου. Και ο δρόμος μας έφερε πάλι στο ίδιο σημείο. Εκείνη η "ίδια" καληνύχτα με είχε αφήσει πολύ δυστυχισμένο.
- Και τώρα;
- Τώρα ξέφυγε. Αλλάζει. Της αρέσει να δείχνει αυτή την υπέροχη ομορφιά. Την είδα και έμεινα άφωνος σου λέω.
- Βλακεία σου. Την επόμενη φορά να της μιλήσεις. Σταμάτα να φοβάσαι. Ο παλιός σου εαυτός μας άφησε χρόνους. Τώρα μιλάς εσύ. Πες της τα όλα. Μη φοβάσαι ότι θα τα θεωρήσει "δεύτερο χέρι". Μη φοβάσαι ότι θα πιστέψει ότι της τα λες μόνο και μόνο γιατί πιστεύεις ότι αυτά θέλει να ακούσει.
- Δεν φοβάμαι. Μάλλον ντρέπομαι. Σα να μην έχω πια κανένα θάρρος μαζί της. Δε θέλω να νομίζει λάθος πράγματα. Δεν θέλω να με παρεξηγήσει.
- Δεν υπάρχει λάθος αγάπη ξέρεις. Είναι αυτό που έχεις μέσα σου.
- Πέρασε η ώρα πάλι...Καληνύχτα γιατρέ.
- Καλημέρα να λες.

Πέμπτη, Οκτωβρίου 25, 2007

Χίλια συγνώμη

- Εμπρός; Γιατρέ; Σε ξύπνησα; χίλια συγνώμη...
- Και δυό χιλιάδες.
- Δύο χιλιάδες; χα χα..καλό το αστείο σου.
- Δεν ήταν αστείο. Και δύο χιλιάδες λέω που μου χρωστάς.
- Σου χρωστάω; Μα εγώ νόμιζα ότι είμαστε φίλοι.
- Γι αυτό καλό είναι να μην κάνεις δουλειές με συγγενείς και φίλους. Την ώρα του λογαριασμού όλοι πικραίνονται.
- Καλά. Μέχρι να βρώ τα χρήματα θα μου δώσεις μία από αυτές τις τζάμπα συμβουλές; Κάτι μικρό;
- Τι σε απασχολεί λοιπόν;
- Αν σου πω θα μου κάνεις έκπτωση; Γιατί υποτείθεται ότι εσύ είσαι ο γιατρός, άρα εσύ πρέπει να βρεις τι με απασχολεί.
- Να σου πω. Νομίζω ότι πρέπει να βρεις μια δουλειά να ηρεμήσεις γιατί η πολλή σκέψη σε έχει χαζέψει.
- Ναι, αλλά και η πολλή δουλειά τρώει τον αφέντη.
- Ποιον αφέντη ρε φουκαρά; εσύ δεν μπορείς να κουμαντάρεις ούτε τα ψώνια στη λαϊκή. Αφεντιλίκια ονειρεύεσαι;
- Γιατρέ με πληγώνεις. Χρησιμοποιείς εναντίον μου απόρρητες πληροφορίες.
- Μα γι αυτό τις λένε απόρρητες. Άμα τα ξέρανε όλοι όλα, κανείς δε θα νοιαζόταν για τίποτα.
- Καλά..συγνώμη κιόλας!
- Χίλια συγνώμη είπαμε! Μην ξεχνιόμαστε.
- Άσε...το πρωί δε λέει να σου μιλάω. Εσύ είσαι χειρότερος από μένα όταν είσαι αγουροξυπνημένος. Θα σε δω μετά τα μεσάνυχτα. Ξέρεις εσυ..

Πρώτη φορά

- Γιατρέ, απόψε την είδα μετά από καιρό..πολύ καιρό..
- Πως ήταν;
- Όμορφη όπως πάντα.
- Δεν εννοούσα αυτό...
- Άσε με να το εννοήσω εγώ.. Ήταν αδιάθετη, ερχόταν από νοσοκομείο. Πονούσε αλλά ήρθε. Είχε αυτό το χαμόγελο όμως που όλα τα σβήνει και τα μαλακώνει. Καθόταν δίπλα μου κι εγώ την χάζευα όσο μπορούσα προσέχοντας να μη με δει.
- Γιατί να μη σε δει;
- Γιατί θυμώνει. Δε θέλει. Με παρεξηγεί. Φαίνεται πως δεν μπορώ να κρύψω αυτά που σκέφτομαι.
- Κι είναι κακό αυτό;
- Δεν είναι κακό, αλλά είναι άβολο. Και δε θέλω να τη δυσκολεύω. Προσπαθώ αλλά δεν τα καταφέρνω πάντα.
- Ναι, αλλά αυτή έχει το μαγικό χαμόγελο που απαλύνει τα πάντα. Γιατί δε σου χαμογελάει λοιπόν;
- Ωχου...δύσκολα μου βάζεις. Δεν ξέρω. Δεν της βγαίνει φαντάζομαι.
- Τι έγινε μετά; Όταν βαρέθηκες να τη χαζεύεις της μίλησες καθόλου; Τι είπατε; Τι κάνατε;
- Γιατρέ μου φαίνεται πως δεν προσέχεις. Κατ' αρχήν δεν πρόκειται ποτέ να βαρεθώ να τη χαζεύω. Μη σου πω ότι αυτό με έφαγε κιόλας... Της έκανα ένα δώρο για τα γενέθλιά της. Τίποτα το περίεργο. Μερικά μικροαντικείμενα.
- Και;
- Της άρεσαν νομίζω. Αλλά μου είπε ότι πιο πολύ της άρεσε που έψαξα γι αυτήν πρώτη φορά. Έτσι το αισθάνθηκε.
- Κι εσύ; Τι είπες;
- Δεν μπόρεσα να πω..σκέφτηκα μόνο..
- Τι σκέφτηκες;
- Σκέφτηκα ότι αφού ο παλιός μου εαυτός δεν υπάρχει πια, προφανώς είναι η πρώτη φορά που ο καινούριος μου εαυτός έκανε κάτι γι αυτήν. Η μεγαλύτερη χαρά μου, ήταν ότι με άφησε να της το προσφέρω κιόλας. Το αποδέχτηκε. Άφησε για λίγο στην άκρη την προκατάληψη και την απογοήτευσή της, κι άνοιξε την καρδιά της. Σκέφτηκα ότι μαζί της πια, έχω γίνει ολόκληρος μια πρώτη φορά...

Τρίτη, Οκτωβρίου 23, 2007

Έχει σημασία;

- Που ήσουν χθες; Ξέχασες το ραντεβού μας;
- Μάλλον. Αν και το περίμενα με λαχτάρα, τελικά ξεχάστηκα γιατρέ.
- Ναι, αλλά σου έστειλα μήνυμα και δεν απάντησες.
- Σε πίκρανα γιατρέ; Σου γκρέμισα την εντύπωση ότι είσαι κάτι σπουδαίο για μένα;
- Όχι ακριβώς. Αλλά η συνέπεια κάνει γενικά καλή εντύπωση.
- Και η μνήμη; Η μνήμη κάνει;
- Τι εννοείς;
- Λέω...αν ένα πράγμα σε έχει σημαδέψει, δεν είναι λογικό να το θυμάσαι για όλη σου τη ζωή;
- Θα έλεγα πως ναι.
- Αν υποθέσουμε, πως αυτό το πράγμα το έχεις ζήσει μαζί με έναν άλλον άνθρωπο που ισχυρίζεται ότι ήταν και γι αυτόν το ίδιο σημαντικό, δεν είναι λογικό να το θυμάται κι αυτός με την ίδια ένταση;
- Πάλι ναι θα έλεγα.
- Τί γίνεται όμως αν το φέρει έτσι η κουβέντα και τελικά ανακαλύψεις ότι, όχι μόνο δεν θυμάται τις λεπτομέρειες που έχεις συγκρατήσει εσύ, αλλά του διαφεύγουν ακόμα και σημαντικά κομμάτια αυτής της ανάμνησης;
- Ξέρεις, δεν είναι όλοι οι άνθρωποι το ίδιο παρατηρητικοί.
- Μα εδώ δεν μιλάμε για παρατήρηση γιατρέ. Μιλάμε για συναίσθημα. Μιλάμε για πράξεις μοναδικές και αξεπέραστες. Μιλάμε για δόσιμο. Μιλάμε για τον έρωτα στην πιο αγνή και ειλικρινή μορφή του.
- Αν γινόσουν λίγο πιο σαφής ίσως;
- Θυμάμαι το πρώτο της φιλί. Τι τραγούδι ακούγαμε. Θυμάμαι το πρώτο της άγγιγμα ένα Σάββατο απόγευμα που με άφησε άφωνο. Θυμάμαι τι φορούσε και τη λάμψη των μαλλιών της στον ανοιξιάτικο ήλιο όταν βρεθήκαμε. Θυμάμαι την πρώτη φορά που κάναμε έρωτα. Την έκφραση και τη χαρά της. Θυμάμαι τη γεύση της και κάθε λεπτομέρεια του κορμιού της. Θυμάμαι αργότερα ένα τηλέφωνο που την έκανε έξαλλη. Θυμάμαι την ηρεμία και την αγωνία να εναλλάσσονται στα μάτια της. Θυμάμαι που το δικό μου κορμί έμεινε ανήμπορο να αντιδράσει από την πολλή αγάπη.
- Και αυτή; Δεν τα θυμάται όλα αυτά; Τη ρώτησες ποτέ;
- Δεν την ρώτησα. Το έφερε κάποτε η κουβέντα. Και είχε μια θολή ανάμνηση.. Τουλάχιστον έτσι με άφησε να καταλάβω.
- Μπορεί, πολύ απλά, να μην συνειδητοποιούσε τι συνέβαινε. Μπορεί ποτέ να μην φαντάστηκε τη συνέχεια. Να μην την ήλπιζε αλλά και να μην την απευχόταν.
- Ποιός ξέρει;
- Γιατί δεν την ρωτάς για άλλα πράγματα; Μπορεί να ανακαλύψεις ότι κι αυτή θυμάται πράγματα που εσένα σου έχουν πια διαφύγει.
- Θυμάται. Είμαι σίγουρος. Αλλά κάθε φορά, προτιμούσε να μου λέει για τις δύσκολες στιγμές. Φαίνεται ότι αυτές κρατούσε πιο πολύ μέσα της.
- Ή απλώς νόμιζε ότι εσύ τις ξεχνούσες.
- Τίποτα δεν ξεχνούσα γιατρέ. Τίποτα. Γι αυτό είμαι ακόμα εδώ.
- Μην ξεχνάς τίποτα λοιπόν. Προτίμησε όμως να μιλάς για τα καλά που έζησες. Από τα κακά, μόνο να μαθαίνεις. Μη μιλάς για αυτά. Είναι δηλητήριο.
- Δηλητήριο γιατρέ... και σκοτώνει αργά και βασανιστικά.
- Και έχει πάντα αποτέλεσμα.
.
.
.
- Νομίζω πια, πως ξέρω γιατί γινόταν αυτό. Βίωνε την απόρριψη και τη ματαίωση καθημερινά. Έτσι το εισέπραττε αυτό που ζούσαμε.
- Και ήταν πραγματικά έτσι;
- Όχι γιατρέ. Όχι. Ήμουν τόσο πολύ ερωτευμένος μαζί της που δεν έβλεπα τίποτα άλλο. Την είχα εξιδανικεύσει. Όταν όμως πέρασε ο πρώτος καιρός, έπρεπε να δω την πραγματικότητα. Ότι κι αυτή ήταν ακόμα ένας άνθρωπος και όχι κανένας Θεός.
- Και;
- Και άρχισα να την χτίζω μέσα μου κομμάτι κομμάτι. Να αποδέχομαι τα ελαττώματα και να εκτιμάω τα προτερήματα. Άρχισα να χτίζω την αγάπη. Αλλά ήμουν αργός. Απελπιστικά αργός. Κι αυτή αισθανόταν πως περνούσε από δίκη.
- Ναι, αλλά τώρα πια, εσύ είσαι ο κατάδικος.
- Μπα..Δεν είμαι.. Μια άλλη φορά όμως, θα σου μιλήσω γι αυτό.

Κυριακή, Οκτωβρίου 21, 2007

Ας βολευτούμε τώρα

- Ξανά και ξανά είπε... έτσι είπε μήπως και το πιστέψει.
- Έτσι βολεύει. Γιατί να μην το κάνει δηλαδή;
- Δεν ξέρω γιατρέ. Υποθέτω πως το βολικό είναι και το επιθυμητό;
- Για μερικούς, είναι. Για τους δειλούς και τους ανήμπορους.
- Άρα τίποτα δεν είναι τυχαίο. Τίποτα αν το θελήσεις.
- Τίποτα.
- Και δεν είναι κρίμα να κάθεσαι και να μαζεύεις, όταν ξέρεις ότι δεν πρόκειται να χρησιμοποιήσεις αυτή τη συλλογή σου;
- Κρίμα είναι, αλλά ποιός μετράει;
- Σωστά. Αυτός που τα προσφέρει δεν τσιγγουνεύεται. Κι αυτός που τα μαζεύει, τελικά δεν τα χαίρεται.

Σάββατο, Οκτωβρίου 20, 2007

Κρίμα

- Ξέρεις, είναι καιρός που θέλω να σου πω κάτι.
- Τι γιατρέ;
- Είσαι κουρασμένος και άυπνος πάλι. Πως αντέχεις τόσον καιρό; Θέλω να πω, τί νομίζεις ότι αξίζει τόσο πολύ ώστε να φέρνεις τον εαυτό σου σ' αυτήν την κατάντια;
- Πόσο εύκολο είναι να αποκαλείς κατάντια τη ζωή κάποιου γιατρέ; Πόσο;
- Δεν σου επιτείθεμαι ξέρεις. Πρσπαθώ να σου μιλήσω απλά. Να δείς τα πράγματα κι από την άλλη μεριά.
- Για να θελήσω όμως να περάσω από την άλλη μεριά, νομίζω πως πρέπει πρώτα να βαρεθώ αυτήν από εδώ.
- Και; Πως τα βλέπεις;
- Τι να πω; Κάποτε ένας άλλος γιατρός μου είχε πει ότι είναι πολύ κακό να είσαι ανθεκτικός στον πόνο.
- Αυτό σημαίνει ότι ακόμα αντέχεις; Ή ότι θα πεθάνεις από τον πόνο πριν καν ενοχληθείς από αυτόν;
- Μπα... σημαίνει ότι έτσι ζω τώρα. Είναι η αυτοκάθαρσή μου.
- Και τι περιμένεις;
- Τίποτα εξίσου δυνατό είναι η αλήθεια. Έπαψα να πιστεύω ότι υπάρχει γιατρειά.
- Εκτός από αυτήν που εσύ θα επιτρέψεις στον εαυτό σου. Σωστά;
- Ναι.
- Κρίμα. Κρίμα γιατί έχεις πολύ ψηλές προσδοκίες από τους άλλους. Δεν είναι πάντα άξιοι των περιστάσεων ξέρεις. Αφού τις δημιουργήσουν και τις καλλιεργήσουν, μετά απλώς φεύγουν.
- Γι αυτό λοιπόν γιατρέ, είμαι μόνο εγώ από αυτήν την όχθη του πόνου τώρα.
- Και το ποτάμι όλο και πλαταίνει. Όταν θα αποφασίσεις να το διασχίσεις θα είναι ακόμα πιο δύσκολο.
- Γι αυτό ακριβώς. Θέλει δύναμη πια. Και οι αδύνατοι μου τελείωσαν γιατρέ. Πνίγηκαν στις λάσπες. Όταν περάσω απέναντι θα είναι για κάποιον που το αξίζει πραγματικά.
- Κρίμα. Γιατί πάλι φαντάστηκες πως θα σε περιμένουν..
- Ναι...ευτυχώς έχω και την φαντασία μου να με σώζει μέσα σ' αυτή τη νύχτα.

Παρασκευή, Οκτωβρίου 19, 2007

Τα 'λεγα εγώ

- "I'm an innocent lover, My heart goes everywhere you want her to go..."
- Και τι είναι αυτό αν επιτρέπεται;
- Τι να 'ναι γιατρέ; Στιχάκια από τραγούδι.
- Ο καινούριος σου ύμνος;
- Μπα..δε βαριέσαι. Δεκαεννέα χρονών ήμουν όταν το έγραψα.
- Ωπα! Καλώς τον ποιητή... Και;
- Τι και; Από τότε τα 'λεγα εγώ αλλά δεν με άκουγε κανείς.
- Θέλεις να πεις ότι εσύ δεν άκουγες τον εαυτό σου.
- Ναι...τόσα χρόνια μετά, μία από τα ίδια...
- Και καλό και κακό.
- Κακό γιατρέ. Κακό γιατί τελικά ποτέ δεν έμεινα ο εαυτός μου. Συνέχεια με κυνηγούσα με μανία. Συνέχεια με στρίμωχνα.
- Και καλό. Γιατί τα ακούς και τώρα που μπορείς να τα ερμηνεύσεις. Τότε απλώς τα ξεστόμιζες. Τώρα μπορείς να καταλάβεις καλύτερα.
- Μπορώ λες, ε;...
- Τα ξαναλέμε.

Τετάρτη, Οκτωβρίου 17, 2007

Κούραση

- Δεν είσαι καλά πάλι, ε; Τι συμβαίνει;
- Δεν ξέρω πια, γιατρέ. Είναι τόσο μεγάλη αυτή η κούραση που δεν την αντέχω.
- Γιατί λοιπόν κι εσύ δεν ξεκουράζεσαι λίγο;
- Εννοείς γιατί δεν τα παρατάω;
- Όχι. Εννοώ απλώς να καταλάβεις ότι στην κατάσταση που είσαι, όσο κι αν προσπαθείς, δεν μπορεί να γίνει τίποτα περισσότερο. Θέλει πολύ μεγάλη δύναμη ο αγώνας που έχεις αναλάβει, κι εσύ απλώς δεν την έχεις αυτή τη στιγμή.
- Ναι, αλλά δεν έχω χρόνο. Ποτέ δεν είχα. Απλώς τώρα το καταλαβαίνω.
- Χρόνο έχεις. Τον χρησιμοποιείς όμως λάθος. Κάνε ένα βήμα πίσω να ανασάνεις λίγο. Δεν ωφελεί σε τίποτα να διαβείς αυτό το κατώφλι του πόνου που με τόση λαχτάρα κυνηγάς. Ποιός σου εγγυάται ότι από την άλλη μεριά θα είναι καλύτερα;
- Κι όλα όσα ονειρεύτηκα; Δεν υπάρχουν λες;
- Υπάρχουν μέσα στην καρδιά σου. Είναι μοναδικά και πολύτιμα και κανείς δεν μπορεί να στα στερήσει πια. Σκέψου όμως, πως αν το όνειρό σου δεν είναι έτοιμο να γίνει πραγματικότητα, τότε με το να το εκθέτεις σε αυτή τη δυστυχία, θα το καταστρέψεις σίγουρα. Εσύ ο ίδιος που το έπλασες.
- Και τι να πω; Τι να κάνω; Όλα μοιάζουν μάταια πια.
- Τίποτα δεν είναι μάταιο, αν εσύ δεν το αισθάνεσαι έτσι.
- Και τώρα;
- Τώρα, το μόνο που μένει είναι να προστατέψεις αυτό το όνειρο. Με νύχια και με δόντια. Επειδή όμως φωλιάζει μέσα στην κουρασμένη σου καρδιά, δώστης τώρα μια ευκαιρία να ανασάνει. Θέλει μια εξίσου μεγάλη καρδιά για να σε καταλάβει.
- Ας είναι. Που να πω την καληνύχτα μου πια;
- Πες την. Κι όποιος έχει αφτιά, ας την ακούσει...

Δευτέρα, Οκτωβρίου 15, 2007

Όνειρα (Ι)

- Γιατρέ, θυμάσαι που με ρωτούσες αν έβλεπα ποτέ όνειρα;
- Ναι...και είσαι ο μοναδικός από τον οποίο ποτέ δεν πήρα απάντηση.
- Ξέρεις, νομίζω ότι είδα ένα. Τουλάχιστον ένα που να θυμάμαι.
- Λοιπόν;
- Λοιπόν ήταν μια χειμωνιάτικη μέρα. Ο ουρανός ήταν γκρίζος με πυκνά σύννεφα αλλά δεν έβρεχε. Έκανε κρύο. Νομίζω τουλάχιστον ότι έκανε κρύο.. Αλήθεια, κρυώνει κανείς στα όνειρά του γιατρέ;
- Για να το λες εσύ..
- Κάτω από αυτόν τον χειμωνιάτικο ουρανό απλωνόταν μια πεδιάδα γεμάτη πρασινάδα και λασπωμένο χώμα.
Δεν υπήρχε ούτε ένα δένδρο μέχρι εκεί που έφτανε το μάτι μου.
Από το πουθενά, εμφανίστηκε μπροστά μου μια φιγούρα σκοτεινή.
Φορούσε στολή πολέμου. Ήταν βρώμικος και ταλαιπωρημένος.
Τα πολλά παράσημα που κρέμονταν στο στήθος του και τα χρυσιά σιρίτια στους ώμους του δεν πρόσδιδαν κύρος πια, αλλά έμοιαζαν με παράταιρα στολίδια πάνω σε ένα τσακισμένο κορμί.
Στα βρώμικά του μάγουλα έβλεπα καθαρά δυό ρυάκια από δάκρυα. Τα χέρια του ήταν λασπωμένα και ματωμένα μαζί.
Τον ρώτησα ποιός είναι; Τι είχε έρθει να κάνει μέσα στην παγωμένη ερημιά;
Μου απάντησε πως κάποτε ήταν ένας μεγάλος στρατηγός και πως σε αυτή την πεδιάδα είχε σημειώσει μία από τις πιο λαμπρές του νίκες. Μου περιέγραψε με μάτια που γυάλιζαν από τα δάκρυα και την ένταση, όλη τη μάχη λεπτό προς λεπτό.
Σκέφτηκα όμως, ότι τα λόγια του αντί να εκπέμπουν περηφάνια, πιο πολύ με θρήνο έμοιαζαν και με ξόρκι.
"Ήρθα να ξορκίσω τα φαντάσματα" μου είπε. "Δεν μπόρεσα να κοιμηθώ ούτε μια νύχτα ήσυχος μετά από αυτή τη μάχη. Τα ουρλιαχτά όσων ξεψύχησαν πάνω σ' αυτή τη λάσπη με κατατρέχουν ακόμα."
Και λέγοντας αυτά τα λόγια, γονάτισε και άρχισε να κλαίει με λυγμούς. Έπλεξε τα βρώμικα δάχτυλά του μπροστά στο στήθος του και έμεινε έτσι βυθισμένος σε μια βουβή προσευχή χωρίς παραλήπτη.
Στενοχωρήθηκα που λες, και έφυγα με αθόρυβα βήματα.
Δεν είχα κάτι να του πω. Δεν έβρισκα τίποτα καλό μέσα μου. Αλλά και τίποτα κακό πια. Είχα αδειάσει.
- Και τι νομίζεις τώρα ότι ήταν όλο αυτό;
- Δεν ξέρω. Δεν είχα εγώ τη συγχώρεση που ζητούσε.

Καθρέφτης κι ανοσία

- Τον μισώ αυτόν τον καθρέφτη, σου λεω γιατρέ. Κάθε φορά που κοιτάζω μέσα του ξεχνιέμαι και βλεπω καθαρά όσα προσπαθώ τόσον καιρό να αποφύγω.
- Σε είχα προειδοποιήσει πάντως πως θα ερχόταν αυτή η ώρα. Δε γίνεται να κοιτάς μια ζωή από την άλλη μεριά.
- Μα δεν κοιτούσα από την άλλη. Απλώς δεν καταλάβαινα τι έβλεπα. Δεν μπορούσα. Ο χρόνος είχε αλλοιωθεί όπως κι όλα τα υπόλοιπα μέσα μου.
- Αποτοξίνωση λοιπόν. Καλό κουράγιο.
- Δεν μου περισσεύει, αλλά έτσι κι αλλιώς δεν θα μάθω ποτέ και πόσο έχω ξοδέψει ως τώρα.
.
.
.
- Ξέρεις γιατρέ, νομίζω πως βρήκα τον τρόπο να μην πληγώνομαι πια. Να μην έχω έννοιες και να μην πονάω.
- Τι είπες τώρα; Είναι κάτι τέτοιο δυνατόν; Θα είσαι ο πρώτος που ξέρω να το καταφέρνει.
- Αλήθεια σου λεω.
- Εκτός από την αλήθεια, πές μου τώρα και το ψέμα σου.
- Να...σκέφτηκα πολύ απλά, ότι αν δεν έχω τίποτα πια, αν παραιτηθώ και απογυμνωθώ απ΄όλα, δεν θα είναι πια δυνατόν να με βλάψει κάτι; Έτσι δεν είναι;
- Απ΄όλα;
- Ναι απ' όλα..γιατί να κάνω εξαιρέσεις; Ούτε πράγματα, ούτε άνθρωποι, ούτε σκέψεις, ούτε όνειρα, άρα ούτε και πόνος πια...
- Ούτε πόνος πια... Νομίζω πως θα περιμένω...
- Τι πράγμα θα περιμένεις εσύ;
- Να ξαναμιλήσω στην άνοση ψυχή που ξεκινάς να χτίσεις. Θα σε περιμένω. Και θα είμαι όλος αυτιά.

Κυριακή, Οκτωβρίου 14, 2007

Πάει καιρός

- Γιατρέ; Συγγνώμη για την ακατάλληλη ώρα, αλλά δεν είχα ύπνο.
- Δε βαριέσαι..μήπως εγώ είχα;
- Να σου πω τι έγινε;
- Φαντάζομαι πως θα μου πεις έτσι κι αλλοιώς.
- Είδα φίλους παλιούς μετά από χρόνια. Κανονική επιστροφή στο παρελθόν. Αν η γειτονιά δεν είχε αλλάξει τόσο πολύ και δεν είχε γεμίσει τσιμέντο, θα λεγα ότι δεν πέρασε ούτε μια μέρα από τότε.
- Τα είπατε;
- Μπα...που να προλάβεις να τα πεις όλα;
- Και;
- Να...τελικά θέλει κότσια να προσπαθείς να βρεις κομμάτια του χαμένου σου εαυτού. Γιατί αυτό ήταν όλη αυτή η βραδιά. Εγώ δεν είχα όρεξη για πολλές ψυχολογικές κουβέντες, αλλά οι άλλοι δε με αφήσανε σε χλωρό κλαρί.
- Στενοχωρήθηκες;
- Όχι. Απλώς άφησα την κουβέντα να με οδηγήσει. Δεν σκεφτόμουν πολλά κι έτσι γλύτωσα από τη συντριβή.
- Πω πω..Αυτό ακούστηκε πολύ σοβαρό.
- Δεν ξέρω..Ευτυχώς πάντως ανακάλυψα ότι ο χρόνος δεν τα έχει νικήσει όλα. Κάποια πράγματα θα στέκονται πάντα όρθια. Με ένα ποτηράκι τσίπουρο, μια χούφτα φυστίκια και παλιά μουσική για υπόκρουση, η ζωή δεν μοιάζει τόσο ανούσια τελικά.
- Ξέχασες και την καλή παρέα.
- Δεν την ξέχασα.
- Καλά περάσατε;
- Θα δείξει. Αφήσαμε και μια υπόσχεση. Θα δείξει.
- Μην ανησυχείς ακόμα. Χειρίσου το όπως την κουβέντα. Άστο να σε οδηγήσει μόνο του.
- Ναι..κούραση πολλή τώρα....
- Καληνύχτα λοιπόν.
- Καληνύχτα γιατρέ.

Σάββατο, Οκτωβρίου 13, 2007

Όνειρο κακό...Ταξίδι καλό...

- Γιατρέ πρώτη φορά βλέπω τέτοιο όνειρο.
- Τι βλέπεις δηλαδή;
- Βλέπω ένα σημάδι που δεν το γνωρίζω να στριφογυρνάει στο κενό.
- Σημάδι; τι σημάδι;
- Εξαρτάται. Πότε μοιάζει με ψάρι, πότε με το άπειρο, πότε με οχτάρι πότε σαν δυό ενωμένες ελλείψεις..
- Και δεν σταματάει ποτέ;
- Ποτέ.
- Και;
- Να...από χθές που το ξαναείδα, του λείπει ένα κομμάτι.
- Τι κομμάτι;
- Τώρα πια μοιάζει με ένα τριάρι, ή με ένα μικρό ωμέγα..
- Σου λέει κάτι αυτό;
- Μάλλον... Είναι λιγότερο από προηγουμένως. Πιο ασήμαντο. Κι αντί να κρύβει τη συνέχεια, κρύβει το τέλος.
- Η φθήνεια που μου έλεγες;
- Εγώ το έλεγα ε;... εσύ πάλι έλεγες για ηρεμία και χαμηλή ενέργεια..
- Όπως θέλεις πέστο.
- Γιατρέ την κάνω..
- Καλό ταξίδι λοιπόν. Όσο κι αν σου πω να προσέχεις δε νομίζω να με ακούσεις. Γι αυτό, απλώς καλό ταξίδι με το "φθηνότερό' σου εισιτήριο.

Φυσικοί νόμοι...

- Γιατρέ, γιατί φθηναίνουν οι άνθρωποι; Γιατί ξεπέφτουν έτσι;
- Είναι αρχή της φύσης. Κι ο άνθρωπος δεν μπορεί να αντισταθεί. Η κατάσταση με τη χαμηλότερη ενέργεια. Η ηρεμία. Αυτό δεν τους ακούς όλους να αποζητάνε;
- Ναι..όλοι ψάχνουν για "λιμάνια" και δεν αντιλαμβάνονται ότι όλη η ομορφιά είναι εκεί έξω, μέσα στα κύματα.
- Και δεν έχει και πάντα κύματα. Είναι και κάτι πανέμορφες γαληνεμένες μέρες που μπορείς να αράξεις το κορμί σου πάνω στη βάρκα σου που λικνίζεται απαλά.
- Ναι..και να μαζέψω δυνάμεις για τη φουρτούνα, έτσι;
- Μη λες πολλά. θυμήσου τα λόγια σου:"...είναι καλύτερα να πνιγώ μεσοπέλαγα, παρά να ξεψυχήσω κουρασμένος στην αμμουδιά που ποτέ δεν τόλμησα να εγκαταλείψω."
- Ναι...εγώ το είπα. Και μετά ξεκίνησα.
- Και τώρα; φοβάσαι;
- Όχι. Ποτέ φόβος πιά. Μόνο σκέψεις. Και αναμνήσεις. Κι ακόμα περισσότερο ελπίδες.
- Όλα με τη σειρά τους λοιπόν.
.
.
- Δεν μου είπες όμως γιατί τόσος ξεπεσμός;
- Φίλε μου, η ελευθερία είναι προνόμιο μόνο για όσους μπορούν να τη διαχειριστούν. Για τους υπόλοιπους έιναι απλώς μια άλλη μορφή σκλαβιάς και βάρους. Διάλεξε λοιπόν σε ποιούς θέλεις να ανήκεις.
.
.
- Ξέρεις τι ψάχνουν τελικά οι άνθρωποι; Ποιός ξέρει να μου πει;
- Ρωτάς πράγματα που έχεις απαντήσει από καιρό μέσα σου. Εσύ δεν έλεγες πως όταν κάθεσαι πάνω στην αλήθεια, γίνεσαι ανικανοποίητος; Και πάντα ξεκινάς να βρείς μια άλλη. Και τι ανακαλύπτεις τελικά όταν κλείνει ο κύκλος;
- Ότι από την αρχή είχες φτάσει στον προορισμό σου.
- Ναι...και ξέρεις γιατί;
- Πές μου...πες κι εσύ ένα γιατί επιτέλους.
- Την πρώτη φορά , την αλήθεια σου την βρίσκεις με την καρδιά σου. Αυτή σε οδηγεί και σου ανοίγει τα μονοπάτια να διαβείς.
Ο άνθρωπος όμως μεγαλώνει και σκληραίνει. Και σταματάει να εμπιστεύεται την καρδιά του. Το θεωρεί αυτό αδυναμία.
Κι έτσι φτάνει εκείνη η στιγμή που αποφασίζει να αναζητήσει ξανά την αλήθεια, αλλά αυτή τη φορά με το μυαλό του..τη συνέχεια την ξέρεις νομίζω...
- Και φτάνει πάντα στο ίδιο σημείο; Στην ίδια αλήθεια; όλα είναι ένας κύκλος;
- Μπορεί όχι στην ίδια. Αλλά ανακαλύπτει ότι ακόμα και η καινούρια αλήθεια έχει τόσα πολλά κοινά με την παλιά.. Άλλωστε ο ίδιος άνθρωπος είναι πάντα που την αναζητά..
- Χαμένος κόπος δηλαδή;
- Όχι...αλλά οι ελπίδες είναι πολλές και το αποτέλεσμα δεν τις καλύπτει..

Λεπτομέρειες

- Γιατρέ γειά σου.
- Κουρασμένος φαίνεσαι. Ξενύχτησες;
- Ξημέρωσα μάλλον...
- Παρέες;
- Ναι...
- Τίποτα καλό;
- Εξαρτάται. Τι εννοείς καλό;
- Για λέγε..
- Τι να πω;...τόσες χοντράδες..αλλά και τόσες λεπτομέρειες.. Τι νύχτα κι αυτή;
- Χμ...απ' όσο ξέρω, εσύ βλέπεις καλύτερα στο σκοτάδι..Φαντάζομαι
- Μπα..κι εγώ φανταζόμουν...τώρα απλώς αναρρωτιέμαι..
- Τουλάχιστον πέρασες καλά;
- Ναι...πλάκα είχε, δε λέω..
- Μήπως να μου τα πεις μια άλλη φορά; Σε βλέπω που ακόμα τα αναπολείς.. Άσε που φαίνεσαι και πτώμα από την κούραση.
- Πτώμα δεν είμαι.. Αλλά δίκιο έχεις. Την επόμενη φορά.. Είπαμε: Τόσες χοντράδες κι άλλες τόσες λεπτομέρειες..
Λεπτομέρειες...

Παρασκευή, Οκτωβρίου 12, 2007

Δεν έχω φωνή

- Γιατρέ απογοητεύτηκα πάλι.
- Για πες μου.
- Έπεσαν στα χέρια μου μερικά βιβλία. Χρόνια είχα να διαβάσω. Μαγεύτηκα. Ήταν πολύ όμορφα.
- Δεν μου ακούγεσαι απογοητευμένος όμως. Τι θέμα είχαν τα βιβλία;
- Τον έρωτα...την αγάπη... τον πόνο.. σε όλες τις μορφές τους..
- Θυμάσαι κάτι καλό να μου πεις;
- Θυμάμαι. Αλλά πριν από αυτό, θα σου πώ κάτι άλλο.
- Ακούω.
- Διάβασα ωραία λόγια. Γεμάτα έμπνευση και δύναμη. Και θυμήθηκα τον καιρό που την είχα ερωτευτεί, και της έγραφα κι εγώ στίχους και τραγούδια. Όσο κι αν πόνεσε, έψαξα και βρήκα παλιά γράμματα, στιχάκια, μηνύματα από το κινητό κι ένα σωρό άλλα. Μα τώρα πια, δεν έχω ούτε δύναμη να ανασάνω, πόσο μάλλον φωνή για να της τραγουδήσω.
- Μην ανησυχείς. Αφού είχες έμπνευση παλιά, θα την ξαναβρείς. Δε χάνονται έτσι αυτές οι ικανότητες. Απλά ατονούν. Δεν μου είπες όμως το καλό που θυμάσαι.
- "Νομίζεις οτι υπάρχει κάτι άλλο που θα'θελα να βλέπω εκτός από τα μάτια σου αυτή τη στιγμή;"...άκου γιατρέ. Άκου τι είπε ο ποιητής..
- Πήγαινε τώρα. Πήγαινε και ξαναγράψε. Γράψε κάτι δικό σου, κάτι μόνο γι αυτήν. Γράψε για τα λουλούδια που έχουν όλα το άρωμά της, για τις άκρες των μαλλιών της που αφήνουν πίσω τους φωτεινές ανταύγειες, για το ξανθό χνούδι στο λαιμό της, για το κεφάλι της που στην αρχή το χαμήλωνε δειλά για να μη φανεί το πόσο πολύ ήθελε να σε κοιτάζει...
- Γιατρέ; ποιητής κι εσύ;
- Όχι. Απλώς προσπαθώ να μην ξεχνάω αυτά που μου αρέσουν στο πρόσωπο που αγαπάω. Αυτές τις μικρές σταγόνες ομορφιάς και μοναδικότητας. Προσπαθώ να τα θυμάμαι όσο είναι ακόμα δίπλα μου κι όχι αφότου χαθεί...
- Και τα καταφέρνεις;
- Όχι πάντα. Έχω χάσει κι εγώ μερικές αγάπες ξέρεις..
- Υποθέτω όμως πως δεν θα μου πεις γι αυτές...
- Πήγαινε τώρα. Πήγαινε και ξαναγράψε.. Κάτι μόνο γι αυτήν...

Τρίτη, Οκτωβρίου 09, 2007

Μη μιλάς. Κάνε μόνο.

- Γιατρέ, γειά σου.
- Χμμμμ...γρήγορα ξανάρθες. Να υποθέσω πως συνέβη κάτι σημαντικό;
- Μάλλον. Δεν ξέρω πια. Στην κατάσταση που βρίσκομαι δε νομίζω ότι έχω και πλήρη διαύγεια να κρίνω τι είναι πια σημαντικό και τι όχι. Πάντως αυτό που συνέβη, εμένα με τάραξε.
- Ακούω.
- Πέρασε το μεσημέρι. Πέρασε το απόγευμα και η νύχτα. Πέρασε σχεδόν όλη η επόμενη μέρα όταν ήρθε το μήνυμά της που με ρωτούσε αν ζούσα.
- Λοιπόν; Ζούσες;
- Ναι..αν το λες αυτό ζωή, υποθέτω πως ζούσα.
- Και;
- Και τελικά την πέτυχα στο τσατ. Ξέρεις...στο ιντερνετ.
- Ναι..κάτι έχω ακούσει.
- Και πιάσαμε κουβέντα. Και μου "μίλησε"..μετά από πολύ καιρό, αξιώθηκε να μου μιλήσει.
- Τι είπατε;
- Διάφορα. Αλλά η κουβέντα ήρθε και στα δικά μας.. Και φυσικά εκεί με τσάκισε.
- Υπερβολές.
- Ναι..για σένα που είσαι απ' έξω, ίσως να ακούγονται υπερβολικά όλα αυτά. Για μένα όμως..το ένα χαστούκι πάνω στο άλλο έτρωγα..
- Δηλαδή;
- Προσπάθησα να της εξηγήσω ότι πονάω πολύ...
- Κι αυτή αντί να σε παρηγορήσει, σε τσάκισε;
- Μου είπε πως δυό ώρες άρκεσαν για να ξεχάσει τεσσεράμιση χρόνια..
- Όπως κι εσύ κάποτε είπες ότι ένας μήνας σε έκανε να ξεχάσεις 13 χρόνια..ή μήπως να πω 17 πια;
- Μα τι σύγκριση υπάρχει; Εγώ δεν ήμουν μόνος μου. Η θέση μου ήταν δύσκολη.
- Και τώρα είναι ακόμα δυσκολότερη. Είδες πως τα φέρνει ο καιρός τελικά;
- Το ίδιο νόμισμα;
- Το ίδιο και χειρότερο.
- Μου είπε να μην της λεω πως την αγαπάω. Να μην της λέω τίποτα από όσα αισθάνομαι γι αυτήν.
- Και; τι σε πείραξε;
- Τι θα πει τι με πείραξε;
- Μα ό,τι και να σου πει αυτή, εσύ δεν τα αισθάνεσαι;
Δεν είναι η αγάπη σου;
Δεν είναι η ψυχή σου;
Με τα δικά της μάτια μέσα στα μάτια σου δεν κοιμάσαι και ξυπνάς;
Με τα δάκρυά της δεν βασανίζεσαι;
Τι σημαίνει ότι δε θέλει να της τα λες;
Και; Αλλάζει κάτι; Θα σταματήσει μήπως να είναι αυτό που είναι για σένα;
- Όχι, αλλά μου κόβει τη μιλιά.
- Μη μιλάς λοιπόν. Κάνε μόνο. Αν σ' αγαπάει θα καταλάβει. Θα σε στηρίξει. Αυτό δεν είναι και το ζητούμενο;
- Εσύ καλά τα λες. Εγώ όμως που έχω να κοιμηθώ τόσες μέρες; Το ξέρεις ότι όταν κλείνω τα μάτια μου, μέσα στα αυτιά μου χτυπάει τόσο δυνατά η καρδιά μου που πάει να σπάσει;
- Άστην να σπάσει λοιπόν..Και μείνε εκεί να τη θαυμάζεις. Και νοιώσε τον πόνο και την εξάντληση να πλημμυρίζει το κορμί σου γιατί έτσι μόνο θα λυτρωθείς. Το βασανιστήριο που σου επιβάλλει ο εαυτός σου είναι χειρότερο από όλα τα άλλα. Αν επιζήσεις από αυτό, μπορείς να αντέξεις τα πάντα.
- Και μετά;
- Μετά θα ζήσεις. Θα ζήσεις, και θα περιμένεις.
- Τι να περιμένω;
- Τη μια και μοναδική στιγμή που θα ξανασυναντηθείτε. Και θα σμίξουν τα βλέμματά σας. Κι ενώ εσύ θα την κοιτάζεις στα μάτια, αυτή θα σκύψει το κεφάλι και θα απομακρυνθεί βιαστικά.

Κυριακή, Οκτωβρίου 07, 2007

Βιασύνη

- Γιατρέ μου έχω συντριβεί πια. Όλες οι ενδείξεις οδηγούν στο χειρότερο.
- Γίνε λίγο πιο σαφής
- Να...την παίρνω τηλέφωνο και είναι πάντα βιαστική κι απότομη. Πάντα έχει να κάνει κάτι πιο ενδιαφέρον ή πιο επείγον από το να μιλήσει μαζί μου.
- Χμμμ.. πιθανώς λοιπόν να την παίρνεις σε ακατάλληλη ώρα.
- Μα όλες οι ώρες είναι ακατάλληλες;
- Ίσως...αν δεν θέλει να σου μιλάει πια, όλες οι ώρες είναι ακατάλληλες.
- Είδες λοιπόν; στα λόγια μου έρχεσαι
- Για σκέψου το λίγο ανάποδα
- Δηλαδή;
- Πότε ήταν η τελευταία φορά που μιλήσατε ήρεμα; που τελικά έκλεισες το τηλέφωνο και δεν αισθανόσουν αναστατωμένος ή συγχισμένος;
- Τώρα που το λες, ήταν πριν μερικές μέρες. Ήταν αργά, περασμένη η ώρα. Χτύπησε το τηλεφωνο και ήταν αυτή.
- Μήπως μπορείς λοιπόν να δεις τη διαφορά;
- Προφανώς...αφού πήρε, είχε και διάθεση να μιλήσει; Αυτό μου λες;
- Προφανώς...
- Ναι, αλλά ξέρεις, κι άλλες φορές που παίρνει, είναι από την αρχή εκνευρισμένη. Σα να παίρνει έτσι...για να βγάλει την υποχρέωση ή δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο...
- Μην το λες...δεν είναι όλες οι ώρες ίδιες ξέρεις.
- Ξέρεις τι θα ήθελα γιατρέ;
- Για πες...
- Θα ήθελα αντί να την παίρνω εγώ τηλέφωνο και όλο να την ακούω να ετοιμάζεται για να βγει με άλλους, να την έπαιρναν και οι άλλοι μερικές φορές και να τους λέει ότι βιάζεται γιατί έχει να βγει μαζί μου..δεν θα το άξιζα λιγάκι;
- Και ποιός σου είπε ότι αυτό δεν έχει συμβεί στο παρελθόν;
- Δηλαδή;
- Δεδομένου του παρελθόντος σας; με τόση λαχτάρα που πέρασε για σένα; δηλαδή όταν σε περίμενε, δεν έκλεινε βιαστικά τα τηλέφωνα στους άλλους;
- Λες;
- Λέω..
- Ναι, αλλά όσο είμασταν και μαζί, όλο χτυπούσε το κινητό της. Και μιλούσε. Συνέχεια και με όλους. Σα να μου έκανε επίδειξη των γνωριμιών της. Σα να μου υπενθύμιζε πάντα τη θέση μου.
- Αυτό λες εσύ..την ρώτησες όμως ποτέ, πόσο σίγουρη ήταν κι αυτή δίπλα σου; καθόλου μήπως;
- Καθόλου...
- Είδες; τώρα ήρθες εσύ στα λόγια μου... νομίζω πως θα συνεχίσουμε την κουβέντα μας μια άλλη φορά..

Δευτέρα, Οκτωβρίου 01, 2007

Για πάντα;

- Έφυγε σου λεω...νομίζω για πάντα...
- Όπως θα σ' αγαπούσε "για πάντα";
- Γιατρέ πάλι με πειράζεις, ε;
- Νομίζω πως είναι στο χαρακτήρα μου. Έτσι γεννήθηκα. Και έτσι θα μείνω."Για πάντα".
- Σωστά. Κι εγώ λοιπόν πάντα θα είμαι εδώ και πάντα θα σε ρωτάω. Θα μείνω εδώ για πάντα.
- Όπως νομίζεις. Κλείσε την πόρτα και τα φώτα βγαίνοντας. Καληνύχτα.