Τρίτη, Οκτωβρίου 23, 2007

Έχει σημασία;

- Που ήσουν χθες; Ξέχασες το ραντεβού μας;
- Μάλλον. Αν και το περίμενα με λαχτάρα, τελικά ξεχάστηκα γιατρέ.
- Ναι, αλλά σου έστειλα μήνυμα και δεν απάντησες.
- Σε πίκρανα γιατρέ; Σου γκρέμισα την εντύπωση ότι είσαι κάτι σπουδαίο για μένα;
- Όχι ακριβώς. Αλλά η συνέπεια κάνει γενικά καλή εντύπωση.
- Και η μνήμη; Η μνήμη κάνει;
- Τι εννοείς;
- Λέω...αν ένα πράγμα σε έχει σημαδέψει, δεν είναι λογικό να το θυμάσαι για όλη σου τη ζωή;
- Θα έλεγα πως ναι.
- Αν υποθέσουμε, πως αυτό το πράγμα το έχεις ζήσει μαζί με έναν άλλον άνθρωπο που ισχυρίζεται ότι ήταν και γι αυτόν το ίδιο σημαντικό, δεν είναι λογικό να το θυμάται κι αυτός με την ίδια ένταση;
- Πάλι ναι θα έλεγα.
- Τί γίνεται όμως αν το φέρει έτσι η κουβέντα και τελικά ανακαλύψεις ότι, όχι μόνο δεν θυμάται τις λεπτομέρειες που έχεις συγκρατήσει εσύ, αλλά του διαφεύγουν ακόμα και σημαντικά κομμάτια αυτής της ανάμνησης;
- Ξέρεις, δεν είναι όλοι οι άνθρωποι το ίδιο παρατηρητικοί.
- Μα εδώ δεν μιλάμε για παρατήρηση γιατρέ. Μιλάμε για συναίσθημα. Μιλάμε για πράξεις μοναδικές και αξεπέραστες. Μιλάμε για δόσιμο. Μιλάμε για τον έρωτα στην πιο αγνή και ειλικρινή μορφή του.
- Αν γινόσουν λίγο πιο σαφής ίσως;
- Θυμάμαι το πρώτο της φιλί. Τι τραγούδι ακούγαμε. Θυμάμαι το πρώτο της άγγιγμα ένα Σάββατο απόγευμα που με άφησε άφωνο. Θυμάμαι τι φορούσε και τη λάμψη των μαλλιών της στον ανοιξιάτικο ήλιο όταν βρεθήκαμε. Θυμάμαι την πρώτη φορά που κάναμε έρωτα. Την έκφραση και τη χαρά της. Θυμάμαι τη γεύση της και κάθε λεπτομέρεια του κορμιού της. Θυμάμαι αργότερα ένα τηλέφωνο που την έκανε έξαλλη. Θυμάμαι την ηρεμία και την αγωνία να εναλλάσσονται στα μάτια της. Θυμάμαι που το δικό μου κορμί έμεινε ανήμπορο να αντιδράσει από την πολλή αγάπη.
- Και αυτή; Δεν τα θυμάται όλα αυτά; Τη ρώτησες ποτέ;
- Δεν την ρώτησα. Το έφερε κάποτε η κουβέντα. Και είχε μια θολή ανάμνηση.. Τουλάχιστον έτσι με άφησε να καταλάβω.
- Μπορεί, πολύ απλά, να μην συνειδητοποιούσε τι συνέβαινε. Μπορεί ποτέ να μην φαντάστηκε τη συνέχεια. Να μην την ήλπιζε αλλά και να μην την απευχόταν.
- Ποιός ξέρει;
- Γιατί δεν την ρωτάς για άλλα πράγματα; Μπορεί να ανακαλύψεις ότι κι αυτή θυμάται πράγματα που εσένα σου έχουν πια διαφύγει.
- Θυμάται. Είμαι σίγουρος. Αλλά κάθε φορά, προτιμούσε να μου λέει για τις δύσκολες στιγμές. Φαίνεται ότι αυτές κρατούσε πιο πολύ μέσα της.
- Ή απλώς νόμιζε ότι εσύ τις ξεχνούσες.
- Τίποτα δεν ξεχνούσα γιατρέ. Τίποτα. Γι αυτό είμαι ακόμα εδώ.
- Μην ξεχνάς τίποτα λοιπόν. Προτίμησε όμως να μιλάς για τα καλά που έζησες. Από τα κακά, μόνο να μαθαίνεις. Μη μιλάς για αυτά. Είναι δηλητήριο.
- Δηλητήριο γιατρέ... και σκοτώνει αργά και βασανιστικά.
- Και έχει πάντα αποτέλεσμα.
.
.
.
- Νομίζω πια, πως ξέρω γιατί γινόταν αυτό. Βίωνε την απόρριψη και τη ματαίωση καθημερινά. Έτσι το εισέπραττε αυτό που ζούσαμε.
- Και ήταν πραγματικά έτσι;
- Όχι γιατρέ. Όχι. Ήμουν τόσο πολύ ερωτευμένος μαζί της που δεν έβλεπα τίποτα άλλο. Την είχα εξιδανικεύσει. Όταν όμως πέρασε ο πρώτος καιρός, έπρεπε να δω την πραγματικότητα. Ότι κι αυτή ήταν ακόμα ένας άνθρωπος και όχι κανένας Θεός.
- Και;
- Και άρχισα να την χτίζω μέσα μου κομμάτι κομμάτι. Να αποδέχομαι τα ελαττώματα και να εκτιμάω τα προτερήματα. Άρχισα να χτίζω την αγάπη. Αλλά ήμουν αργός. Απελπιστικά αργός. Κι αυτή αισθανόταν πως περνούσε από δίκη.
- Ναι, αλλά τώρα πια, εσύ είσαι ο κατάδικος.
- Μπα..Δεν είμαι.. Μια άλλη φορά όμως, θα σου μιλήσω γι αυτό.

Δεν υπάρχουν σχόλια: