Πέμπτη, Νοεμβρίου 01, 2007

Τόσο κοντά και τόσο μακριά.

- Εμπρός;
- Έλα γιατρέ..δεν σε ξύπνησα ε;
- Τι να σου πω τώρα; Εσύ έχεις ξεφύγει πια.
- Έλα μωρέ. Μην κάνεις έτσι. Θυμήθηκα που έφευγες ταξίδι και φαντάστηκα ότι όπου να'ναι θα ξεκινάς για αεροδρόμιο. Κι είπα να πάρω.
- Ναι, αλλά εγώ θυμήθηκα πως άυριο είναι η πρώτη σου μέρα στην καινούρια σου δουλειά. Κι η ώρα είναι χαράματα κι εσύ μου ακούγεσαι και πιωμένος.
- Δε βαριέσαι. Αφού έφτασα σπίτι, αυτά παραγράφονται.
- Μέχρι την επόμενη φαντάζομαι, ε; Τέλος πάντων. Για λέγε..
- Κενό γιατρέ. Μεγάλο, άχρωμο και επώδυνο.
- Μιλήσατε;
- Α, ναι. Απλώς θα πρέπει μάλλον να καταλάβω ότι κάτι τέτοιο δεν σημαίνει τίποτα απολύτως πια.
- Λεπτομέρειες;
- Δεν έχουν και πολλή σημασία. Ας πούμε γενικά ότι κάτι που κανονίζαμε τσάκισε λόγω δουλειάς,...αλλά ως δια μαγείας, μέσα σε μισή ώρα είχε βρεθεί κάτι άλλο πιο εύκαιρο και ευχάριστο.
- Δεν χάθηκε κι ο κόσμος.
- Άλλα πράγματα χαθήκανε αλλά ποιός μετράει πια;
- Και;
- Και η νύχτα ήταν ακόμα πολύ φρέσκια και κάπου με περίμεναν και μένα. Αλλά σχεδόν ποτέ δεν είναι η ζωή όπως τη φαντάζεσαι. Έτσι δεν είναι;
- Ειδικά άμα φαντάζεσαι παράξενα και σπάνια πράγματα.
- Η νύχτα φρέσκια και το μυαλό μου ταξίδευε. Κάποια στιγμή, ήρθε ένα μήνυμα. Δεν το περίμενα γιατί δεν χρειάζονται πια μηνύματα για να καταλάβω. Παρ' όλα αυτά, και ενώ οδηγούσα, έπιασα το κινητό. Η δύναμη της συνήθειας, βλέπεις. Και καθώς έσκυψα για να διαβάσω την οθόνη, τράκαρα. Έτσι απλά. Σχεδόν για την ίδια αιτία που έχω χτυπήσει και τις τρείς τελευταίες φορές. Απροσεξία λόγω κινητού.
- Καλός πελάτης του ΚΟΚ θα ήσουν αν σε πιάνανε ποτέ.
- Ναι. Και των φαναρτζήδων, επίσης.
- Χτύπησε κανείς;
- Ναι...το κεφάλι μου στον τοίχο όταν τελείωσε η ανταλλαγή στοιχείων. Ευτυχώς ο παππούς πάνω στη βέσπα τη γλυτωσε πολύ φθηνά.
- Συμπέρασμα;
- Δεν ξέρω ακόμα. Το παλεύω από την ώρα που έγινε μέχρι τώρα. Σκεφτόμουν ένα σωρό ηλίθια "γιατί" και "πως", όπως ηλίθια είναι τα "γιατί" και τα "πως" όταν σε αφορούν, αλλά εσύ κοιτάς αλλού και δεν βλέπεις την αλήθεια.
- Τι βλέπεις λοιπόν;
- Τίποτα. Κενό. Απέραντο και άχρωμο.
- Εκνευρίζεσαι;
- Ναι. Ξέρεις, η πόλη τελικά είναι πολύ μικρή και αφού κι οι δυό βρεθήκαμε στο κέντρο, το έφερε η τύχη να την δω κιόλας.
- Με παρέα;
- Δεν έδωσα σημασία ξέρεις. Σκέφτηκα την πιθανή αμηχανία μιας συνάντησης και έκανα μεταβολή. Έτσι κι αλλοιώς αλλού πήγαινα. Απλώς είπα να ηρεμήσω λιγάκι από το τρακάρισμα και έκανα ένα περίπατο. Χάζευα μαγαζιά.
Ξαφνικά βρεθήκαμε τόσο κοντά και τόσο μακριά...
- Εσύ τουλάχιστον; Πέρασες καλα;
- Καλύτερα απ' ό,τι φανταζόμουν. Ωραίος κόσμος. Καινούριος. Με καλή συμπεριφορά και ενδιαφέρον.
- Τι αποκόμισες;
- Δύο τηλέφωνα και μια υπόσχεση.
- Μεγάλε...δεν χάνεις βλέπω τον χρόνο σου.
- Αντιθέτως..ο χρόνος μου είναι ήδη χαμένος. Μάλλον όμως θα έδειχνα ενδιαφέρων με το προβληματισμένο βλέμμα μου και το γεμάτο ποτήρι στο χέρι. Καλή περίπτωση για ψάξιμο.
- Και ψάχτηκες;
- Ναι. Όταν σταμάτησε να εμφανίζεται μπροστά στα μάτια μου ο παππούς ξάπλα με τη βέσπα από πάνω του, πήρα τα πάνω μου.Ίσως βέβαια βοήθησαν κι οι βοτκίτσες που είχα κατεβάσει.
- Ακου με λίγο. Φεύγω τώρα. Δεν ξέρω πόσο θα λείψω. Τηλέφωνο έχεις. Θυμήσου μόνο σε παρακαλώ τη διαφορά ώρας και μην παίρνεις όποτε να' ναι.
- Στο καλό. Δε θα σε ενοχλήσω.
- Μην υπόσχεσαι σε μένα. Στον εαυτό σου κοίτα τι χρωστάς και ξεκίνα να πληρώνεις. Των υπολοίπων τα θέματα δεν σου ανήκουν για να τα λύσεις. Όσο τρακαράς και βγαίνεις ζωντανός, αυτό να θυμάσαι. Οι στραβοτιμονιές είναι πολύ εύκολες να γίνουν αλλά αδύνατον να σβήσουν.
- Καλό ταξίδι γιατρέ.
- Καλημέρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: